Περιφέρεια:
Περιφερειακή Ενότητα:
Δήμος:
Θέση:
Τι αφορά:
Θέμα:
Κωδικός:
Φωτογραφίες:
ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ
ΣΠΟΡΑΔΩΝ
ΑΛΟΝΝΗΣΟΥ
ΑΛΟΝΝΗΣΟΣ
ΠΡΟΤΟΜΗ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ("ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΗ")
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΕΣ
1532
ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΟΥΛΗ
Ο Βασίλειος Παπαβασιλείου γεννήθηκε το 1875 στην Αλόννησο. Φοίτησε στο Σχολαρχείο Σκοπέλου, στο Γυμνάσιο Βόλου και στο Δημοδιδασκαλείο Λάρισας.
Ταυτόχρονα μυείται στα μυστικά της Μουσικής όπου το καλλιτεχνικό του ταλέντο τον κάνει να αγαπήσει την καλή μουσική του βιολιού, τόσο λαϊκή όσο και κλασική.
Το ζωγραφικό του ταλέντο ξεδιπλώνεται στον καμβά και σε σκίτσο με κάρβουνο.
Αφού τελειώνει το στρατιωτικό του γύρω στο 1890, διορίζεται δημοδιδάσκαλος στη Γλώσσα Σκοπέλου. Οι Γλωσσιώτες γρήγορα εκτιμούν τον Αλοννήσιο πολυτάλαντο δάσκαλο και τον αγκαλιάζουν.
Με την άριστη μεταδοτικότητά του, βάζει τις ρίζες για ένα σχολείο, που αναδεικνύει πολλούς επιφανείς Γλωσσιώτες. Γίνεται ένα ισχυρό και εκτιμητέο μέλος στη μικρή κλειστή κοινότητα και τον παντρεύουν με τη θυγατέρα των Κοκορινέων, από τις πιο γνωστές οικογένειες του τόπου. Από τον γάμο αυτό απέκτησε τέσσερα παιδιά.
Γίνεται ψάλτης και με την παρακίνηση της φιλόθρησκης γυναίκας του ιερέας. Ο Μητροπολίτης Χαλκίδος Γρηγόριος, που τον εκτιμούσε προσωπικά, τον χειροτονεί ιερέα και διορίζεται εφημέριος της Γλώσσας.
Αφομοιώθηκε απόλυτα από την κλειστή κοινωνία και βοηθούσε με κάθε τρόπο όλους τους συμπατριώτες της γυναίκας του. Όποιοι ήθελαν να τους γράψει ένα γράμμα, μία αίτηση, έτρεχαν στον Παπαβασίλη. Αργότερα αναλαμβάνει και το Ταχυδρομείο.
Την ίδια περίοδο δημιουργεί διάφορα χαρούμενα έργα εμπνευσμένα από την αρχαία ελληνική μυθολογία και ιστορία που λάτρευε και χριστιανικά θέματα εμπνευσμένα από τους 4 Ευαγγελιστές. Γνωστά του έργα ήταν «Άρμα
του Ήλιου», «Οι εννέα μούσες» και πολλά θρησκευτικά που αφορούν την ζωή του Ιησού με τους Αποστόλους του.
Η ακατάπαυστη ενεργητικότητά του τον οδήγησε σε προσωπογραφίες και αγιογραφία, παράγοντας πλήθος εικόνων εμπνευσμένες από ταξίδια που έκανε συχνά στο Άγιο Όρος.
Δυστυχώς όμω,ς όσα πλούσια του χάρισε ταλέντα η προσωπική ευτυχία, τόση έλαβε δυστυχία και συμφορά.
Το πρώτο ράπισμα της ζωής του ήρθε με τη μεγάλη κρίση της ανίατης φυματίωσης που θέριζε εκείνο τον καιρό. Πεθαίνουν η γυναίκα του και η μια κόρη του. Η λύπη του απεριόριστη και η αρμονία της ζωής του χάθηκε. Άρχισε μανιωδώς να ζωγραφίζει και η δυστυχία του άρχισε να αποτυπώνεται στον καμβά με μεγάλα έργα όπως «Ο Χορός του Ζαλόγγου», Ηλιοβασίλεμα».
Γλωσσιώτης πήρε τρία έργα του στην Αμερική με σκοπό να τα πουλήσει και να στείλει τα λεφτά στον Παπαβασίλη. Αυτός τα πούλησε και μάλιστα σε καλή τιμή, αλλά ουδέποτε έδωσε τα χρήματα στον ίδιο.
Πελαγωμένος με τρία ανήλικα παιδιά και πολλές επαγγελματικές υποχρεώσεις, δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει στα οικογενειακά του καθήκοντα και πήρε σαν οικιακή βοηθό την Μαριγώ. Η Μαριγώ ήταν καλή, του στάθηκε στον πόνο του και τον βοήθησε να μεγαλώσει τα παιδιά του. Γρήγορα ο ίδιος γοητεύτηκε από την βοήθεια της και την ερωτεύτηκε, μιας και ήταν γι' αυτόν ένα πολύτιμο στήριγμα.
Τότε υπερίσχυσε το συναίσθημα από την κοινωνική του αξιοπρέπεια και με κάθε μέσο προσπάθησε να την αποσπάσει από τον αρραβωνιαστικό της, ο οποίος είχε πάει μετανάστης στην Αμερική. Ο ερωτευμένος ιερέας κρατούσε τότε τα γράμματα του αρραβωνιαστικού της, μιας και είχε το ταχυδρομείο, καθώς και τα γράμματα που η Μαριγώ έστελνε στην Αμερική. Έτσι ξεχάστηκαν και ο ίδιος κατάφερε να κατακτήσει την «εγκαταλειμμένη» Μαριγώ.
Στην κλειστή κοινωνία της Γλώσσας η «ανήθικη συμπεριφορά» του ιερέα – δασκάλου έφερε μεγάλη αντίδραση στην τοπική κοινωνία. Άρχισαν σιγά - σιγά να τον μισούν και να τον περιφρονούν παρ' όλη την προσφορά του. Ο μεγάλος του γιος Σταμάτης μαλώνει με τον πατέρα του και μην αντέχοντας την κατακραυγή φεύγει για την Αθήνα.
Ο Παπαβασίλης, κουρασμένος, απογοητευμένος και περιφρονημένος, συνεχίζει να ζει στη Γλώσσα έως ότου ο Μητροπολίτης Χαλκίδος Γρηγόριος, που τον θαύμαζε ως ιερέα, τον παύει, αλλά δεν τον καθαιρεί από ιερωμένο.
Ο Παπαβασίλης κατατρεγμένος εγκαταλείπει τη Γλώσσα και προσωρινά φιλοξενείται από φίλο του ιερέα στην Σκόπελο, αλλά βαλλόμενος από παντού, καταφεύγει στην γενέτειρα του Αλόννησο, όπου η μοίρα του εξακολουθεί να τον κατατρέχει. Πεθαίνουν από μηνιγγίτιδα η κόρη του Νίνα και ο γιός του Αντώνης. Ταυτόχρονα, πεθαίνει στην Αθήνα από φυματίωση και ο γιός του Σταμάτης. Πάντα στο πλευρό του η σύντροφος της ζωής του Μαριγώ, του συμπαραστέκεται και τον βοηθά.
Ο Παπαβασίλης ντυμένος πάντα με ράσα, διορίζεται στην Αλόννησο ως διδάσκαλος του εξατάξιου δημοτικού σχολείου, όπου αφιερώνεται κάνοντας εργασιοθεραπεία. Το δημοτικό σχολείο του Παλιού Χωριού Αλοννήσου, που ήταν δωρεά του Συγγρού, γίνεται για άλλη μια φορά ο τόπος που βγάζει όλη την ενεργητικότητα του.
Καταφέρνει και μαθαίνει γράμματα ταυτόχρονα μόνος του σε 160 μαθητές και όλοι οι σημερινοί γέροντες που ήταν μαθητές του, θεωρούν ότι μορφώθηκαν καλύτερα από τις επόμενες γενιές.
Στην ιδιωτική του ζωή, η κοινωνία της Αλοννήσου ξέχασε την ερωτική του ατασθαλία, τον αφομοίωσε και τον δέχτηκε ισότιμα. Με ψυχική ηρεμία που έφερε ο χρόνος και με τη βοήθεια της Μαριγούλας, κατάφερε να ξαναβρεί την παλιά του φόρμα και να ξεπεράσει το σκαμπίλι της ζωής. Άρχισε να ξαναζωγραφίζει κυρίως τοπία που έβλεπε από το σπίτι του στη θέση Περνάρι και αργότερα στο άλλο κοντά στο παλιό Σχολείο. «Τα δύο αδέρφια», «Η Μανώλα», «Ο Άη Γιώργης» (το νησί) κ. ά. Ταυτόχρονα αγιογραφεί σειρά εικόνων που ακόμη και σήμερα κοσμούν εκκλησίες του νησιού με την υπογραφή του Β.Π. Αυτές είναι «ο Άγιος Νικόλας», «ο Άγιος Παντελεήμων», «ο Ευαγγελισμός» κ. ά.
Είναι και εποχή που προσωπογραφεί και τον εαυτό του από καθρέφτη με μεγάλη πιστότητα.
Η μουσική είναι το δεύτερο πάθος του και σε κάθε ταξίδι του στο Βόλο αγοράζει δίσκους με πλήθος μουσικών θεμάτων. Περνούσε ώρες ατελείωτες τον ελεύθερο χρόνο του με τις νότες του βιολιού του, απορροφημένος από τον θαυμάσιο κόσμο της μουσικής.
Μια άλλη άγνωστη πτυχή του ανήσυχου ιερέα ήταν η ενασχόληση του με την αστρονομία.
Μελετητής ο ίδιος του Κοσμά Αιτωλού, μιας και είχε περάσει κι εκείνος από τις Β. Σποράδες, άρχισε να κάνει κάποιες προφητείες που τότε οι συμπατριώτες του άκουγαν με σεβασμό στο πρόσωπο του, αλλά δυσπιστία στα λεγόμενα
του.
Δεν είναι γνωστό αν άφησε γραπτά ή αυτά πετάχτηκαν μετά τον θάνατό του.
Συνέλαβε την κατασκευή της κεντρικής αρτηρίας Πατητήρι - Παλιό Χωριό σε καλντερίμι για να μη γλιστράν τα ζωντανά στις λάσπες.
Αργότερα, με την επέκταση του Παλιού Χωριού προς τα παραλιακά μέρη, χτίζει το σπίτι του στη Βότση, όπου υπάρχει ακόμη και σήμερα και ανήκει στην οικογένεια Λαρυγγάκη, κληρονόμων της Γλωσσιώτισας Μαριγώς.
Ο κουρασμένος γέροντας πια Παπαβασίλης, σε ηλικία 76 ετών βγαίνει σε σύνταξη, αλλά τέσσερα χρόνια αργότερα ανεβαίνοντας στο Παλιό Χωριό, αφού όλη μέρα είχε δουλέψει στο αμπέλι του, πέφτει κοντά στον Άη Λια το 1941. Ο πιο σπουδαίος Αλοννήσιος του περασμένα αιώνα πεθαίνει από πνευμονικό οίδημα. Τα οστά του μεταφέρθηκαν ευλαβικά από τον ιερέα Γρηγόριο και εναποτέθηκαν στο κοιμητήριο της Αγίας Παρασκευής.
Πηγή: https://alonissos.gr